Η λογική διαπραγμάτευσης όρων Δανειακής Σύμβασης είναι λανθασμένη και η οικονομική πολιτική της Ελληνικής κυβέρνησης άκρως αποπροσανατολισμένη. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης των όρων, στόχος της Ελληνικής Κυβέρνησης είναι η παράταση α) του χρονικού ορίζοντα προσαρμογής ή/και β) των χρονικών ορίων αποπληρωμής του δανείου.
Παράλληλα, θέτοντας σε εκ νέου διαπραγμάτευση τους όρους της δανειακής σύμβασης, η Ελληνική κυβέρνηση υπεισέρχεται λανθασμένα στη συζήτηση περί Ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης και παρελκύεται από την Γερμανική πολιτική η οποία όχι μόνο θεσμοθετεί τους απεχθείς όρους του Ελληνικού Μνημονίου αλλά ανταλλάσει κιόλας το δικαίωμα υπαγωγής με αυτό της ψήφου.
Ακόμα όμως και στην περίπτωση που η Ελληνική κυβέρνηση επιτύγχανε αμφότερους τους στόχους περί παράτασης του χρονικού ορίζοντα προσαρμογής και των χρονικών ορίων αποπληρωμής διατηρώντας τα πολιτικά της δικαιώματα στην Ευρώπη και τη θέση της εκτός «Μηχανισμού Merkel – Soible», το αποτέλεσμα θα ήταν μηδενικό ως προς την επίλυση της Ελληνικής κρίσης και αρνητικό ως προς τα θέματα Εθνικής κυριαρχίας.
Ο στόχος της Ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να είναι η επαναφορά στις «Αγορές» ως πηγή χρηματοδότησης σε κόστος κατ’ αρχή τουλάχιστον ίσο με αυτό της δανειακής σύμβασης και μέσο-μακροπρόθεσμα στα επίπεδα κόστους των παλαιοτέρων ετών. Περεταίρω παραμονή στο Μνημόνιο επιτείνει το insolvency (χρεοκοπία) της Ελληνικής οικονομίας και αυξάνει δραματικά τις πιθανότητες του bankruptcy (πτώχευση).
Το Μνημόνιο δεν καταρτίστηκε με σκοπό την απορρόφηση του συνόλου των δανειακών δόσεων, πολλώ μάλλον για την αποπληρωμή αυτών κατά τα προβλεπόμενα. Το μνημόνιο υπογράφηκε για να προσφέρει άμεση ρευστότητα μέσω των πρώτων τριών - τεσσάρων δόσεων και μέσω της εξασφάλισης της εν λόγω ρευστότητας να προσφέρει τον πολιτικό χρόνο εφαρμογής σχεδίου επανόδου στην φυσική πηγή χρηματοδότησης, ήτοι τις «Αγορές».
Η Ελληνική κυβέρνηση, δια πράξεων ορισμένων μελών της και παραλείψεων όλων των υπολοίπων, δεν εκμεταλλεύτηκε τον πολιτικό χρόνο που της προσφέρθηκε μεταξύ της δεύτερης και τέταρτης δανειακής δόσης όχι για να υλοποιήσει κάποιο σχέδιο επανόδου στις «Αγορές», αλλά ούτε καν για να καταρτίσει αυτό.
Στο σημείο που βρισκόμαστε, πρέπει κατ’ αρχήν να προσδιορίσουμε το κόστος δανεισμού του Μνημονίου με αναγωγή του τριετούς ορίζοντα δανεισμού του σε έκδοση νέου δεκαετούς ομολόγου. Με αυτόν τον τρόπο θα προσδιορίσουμε το «spread» υπό το οποίο έκδοση ομολόγου είναι ίσου κόστους με απορρόφηση δανειακής δόσης, χωρίς μάλιστα να αποτιμήσουμε τους λοιπούς δυσμενείς νομικούς όρους του μνημονίου και το Δίκαιο που το διέπει (…).
Τον προηγούμενο μήνα οι ΗΠΑ εξέδωσαν πενταετή ομόλογα προστατευμένα από ενδεχόμενη αύξηση πληθωρισμού με αρνητικό επιτόκιο -0,55%. Επενδυτές κάλυψαν την εν λόγω έκδοση αξίας 10 δις δολαρίων αποδεικνύοντας ότι όχι μόνο δεν επιθυμούν απόδοση επί των κεφαλαίων τους αλλά διατίθενται και να πληρώσουν με σκοπό να προστατευθούν από τον πληθωρισμό της επόμενης πενταετίας ύστερα από την απόφαση του FED να διανείμει νέο χρήμα χρησιμοποιώντας τον πληθωρισμό ως μέσο εξόδου των ΗΠΑ από την κρίση.
Η εξέλιξη αυτή αφορά άμεσα την Ελληνική κυβέρνηση καθώς δημιουργεί τις συνθήκες αύξησης του επιτοκίου δανεισμού της στο πλαίσιο του Μνημονίου και εξανεμίζει την εξοικονόμηση των μέτρων λιτότητας που λαμβάνει, τοποθετώντας τόσο το Ελληνικό κράτος όσο και τους Έλληνες πολίτες στο ίδιο σημείο ωσάν και τα μέτρα λιτότητας τις διετίας 2010 – 2011 δεν ελήφθησαν ποτέ.
Συγκεκριμένα, το δάνειο των 110 δις ευρώ έχει εκδοθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο έχοντας ως βάση το τρίμηνο euribor και υπεράνω αυτού 3% πλέον 0.5% εφάπαξ εισφοράς. Κατά την υπογραφή του Μνημονίου τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ κυριαρχούσαν αποπληθωριστικές τάσεις, οι δε Κεντρικές Τράπεζες διατηρούσαν τα διατραπεζικά επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά. Σημειωτέο ότι παρά το μηδενικό σχεδόν επιτόκιο της FED και παρόλα τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας των ΗΠΑ, ο πληθωρισμός τους μειώθηκε από το 2% τον Μάιο του 2010 σε σχεδόν 1% σήμερα ενώ αντίθετα στην Ευρώπη αυξήθηκε από 1,60% τον Μάιο του 2010 σε 1,80% σήμερα απογειώνοντας το euribor από 0,682% στο 1,037%, απογειώνοντας όμως ταυτόχρονα και το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας.
Το επαναπληθωριστικό πείραμα των ΗΠΑ αυξάνει την ρευστότητα της παγκόσμιας αγοράς και μέσω του πολλαπλασιαστικού φαινομένου που προσφέρει το αναπόφευκτο χρηματιστηριακό και τραπεζικό σύστημα (όπως άλλωστε αποδείχθηκε την περίοδο 2003 – 2007) αναμένεται να οδηγήσει εντός του πρώτου τετραμήνου του 2011 το euribor τουλάχιστον στο 2%, αφαιρώντας σταδιακά από τον ΟΔΔΗΧ την περεταίρω δυνατότητα ασφάλισης του κινδύνου αύξησης επιτοκίου. Μόνο η αύξηση του euribor των ΗΠΑ θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους δανεισμού του Μνημονίου από 4,2% που ήταν κατά την υπογραφή του σε 5,5%, μέσω αναπόφευκτης αύξησης του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Άλλωστε, παρόμοια πληθωριστική πολιτική των ΗΠΑ κατά την περίοδο 2003 – 2007 που εκτόξευσε το euribor από το 2% στα επίπεδα άνω του 5% το 2008. Εφόσον η Ελληνική κυβέρνηση όμως θεωρεί ότι η δεν την αγγίζουν τα καταστροφικά αποτελέσματα της πρόσφατης συνόδου των G20 στο σκέλος της νομισματικής πολιτικής θα συνεχίζει να «οδεύει από το ουδέν στο μηδέν ατενίζοντας εν τω μεταξύ τον ήλιο…»
Ο ήλιος όμως του Πελεγρίνη θα δύσει αργότερα και συγκεκριμένα σε δυόμιση έτη από σήμερα. Μετά την λήξη του Μνημονίου τα αντληθέντα τότε δανειακά κεφάλαια που δεν θα έχουν αποπληρωθεί (δηλαδή το σύνολο) θα χρεώνονται στην Ελλάδα με 4% πλέον του τότε τρέχοντος euribor πλέον 0,5% εφάπαξ εισφοράς. Υπό το συντηρητικό σενάριο κατά το οποίο το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα είναι τότε στα επίπεδα μόλις του 2%, και υπό την προϋπόθεση ότι η Ελληνική οικονομία θα παράγει πρωτογενή πλεονάσματα κατόπιν των απάνθρωπων μέτρων λιτότητας, οι Ευρωπαίοι εταίροι θα παρατείνουν την αποπληρωμή με ετήσιο επιτόκιο τουλάχιστον 6,5%, ήτοι εισπράττοντας τοις μετρητοίς το σύνολο της αξίας των μέτρων λιτότητας μέσω της διαφοράς επιτοκίου!
Επανερχόμενοι όμως στο βασικό ερώτημα, δηλαδή στον προσδιορισμό του κόστους δανεισμού του Μνημονίου με αναγωγή του τριετούς ορίζοντα δανεισμού του σε έκδοση νέου δεκαετούς ομολόγου προσπαθώντας προσδιορίσουμε το «spread» υπό το οποίο έκδοση ομολόγου είναι ίσου κόστους με απορρόφηση δανειακής δόσης, χωρίς μάλιστα να αποτιμήσουμε τους λοιπούς δυσμενείς νομικούς όρους του μνημονίου, πρέπει να προσθέσουμε στο κόστος του τριετούς δανεισμού του μνημονίου τουλάχιστον 1,2% ώστε να το αναγάγουμε σε δεκαετές.
Σύμφωνα λοιπόν με τα ήδη καταγεγραμμένα στοιχεία, η Ελλάδα αρχικά δανείσθηκε για τρία χρόνια με επιτόκιο 4,2% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 5,4%. Στη συνέχεια, και λόγω αύξησης του euribor η Ελλάδα χρεώθηκε 1,05%+3%+0,5%=4,55% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 5,75%. Βάσει προβλέψεων περί περεταίρω ανόδου του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η Ελλάδα θα δανείζεται σχεδόν βέβαια με τουλάχιστον 2%+3%+0,5%=5,5% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 6,7%, και μετά το 2013 για το δανειακό κεφάλαιο των 110 δις. Ευρώ η Ελλάδα θα χρεώνεται τουλάχιστον 2%+4+0,5%=6,5% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 7,2%.
Η Ελληνική κυβέρνηση, δια πράξεων ορισμένων μελών της και παραλείψεων όλων των υπολοίπων, λειτουργεί ακόμα υπό το σκεπτικό της απορρόφησης του συνόλου των δανειακών κεφαλαίων του Μνημονίου, και όχι μόνο της εξάντλησης αλλά και της παράτασης του ορίζοντα ισχύος του.
Επιτυχία σήμερα θα είναι να επιστρέψει η Ελλάδα άμεσα στις αγορές με δεκαετή δανεισμό στην περιοχή των 485 - 500 μονάδων βάσης, επί τη βάσει ενός Ενιαίου Σχεδίου Οικονομικής Πολιτικής. Αν η Ελληνική κυβέρνηση δεν αναπροσανατολιστεί σήμερα ως προς τον στόχο της και παραμείνει παρελκόμενη της Βαυαρικής πολιτικής θα τοποθετήσει μόνη της την βάση της επιτυχίας στην περιοχή των 600 μονάδων – εκεί δηλαδή που κάθε κυβέρνηση λειτουργεί μόνο ως ανεμοδείκτης.
Παράλληλα, θέτοντας σε εκ νέου διαπραγμάτευση τους όρους της δανειακής σύμβασης, η Ελληνική κυβέρνηση υπεισέρχεται λανθασμένα στη συζήτηση περί Ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης και παρελκύεται από την Γερμανική πολιτική η οποία όχι μόνο θεσμοθετεί τους απεχθείς όρους του Ελληνικού Μνημονίου αλλά ανταλλάσει κιόλας το δικαίωμα υπαγωγής με αυτό της ψήφου.
Ακόμα όμως και στην περίπτωση που η Ελληνική κυβέρνηση επιτύγχανε αμφότερους τους στόχους περί παράτασης του χρονικού ορίζοντα προσαρμογής και των χρονικών ορίων αποπληρωμής διατηρώντας τα πολιτικά της δικαιώματα στην Ευρώπη και τη θέση της εκτός «Μηχανισμού Merkel – Soible», το αποτέλεσμα θα ήταν μηδενικό ως προς την επίλυση της Ελληνικής κρίσης και αρνητικό ως προς τα θέματα Εθνικής κυριαρχίας.
Ο στόχος της Ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να είναι η επαναφορά στις «Αγορές» ως πηγή χρηματοδότησης σε κόστος κατ’ αρχή τουλάχιστον ίσο με αυτό της δανειακής σύμβασης και μέσο-μακροπρόθεσμα στα επίπεδα κόστους των παλαιοτέρων ετών. Περεταίρω παραμονή στο Μνημόνιο επιτείνει το insolvency (χρεοκοπία) της Ελληνικής οικονομίας και αυξάνει δραματικά τις πιθανότητες του bankruptcy (πτώχευση).
Το Μνημόνιο δεν καταρτίστηκε με σκοπό την απορρόφηση του συνόλου των δανειακών δόσεων, πολλώ μάλλον για την αποπληρωμή αυτών κατά τα προβλεπόμενα. Το μνημόνιο υπογράφηκε για να προσφέρει άμεση ρευστότητα μέσω των πρώτων τριών - τεσσάρων δόσεων και μέσω της εξασφάλισης της εν λόγω ρευστότητας να προσφέρει τον πολιτικό χρόνο εφαρμογής σχεδίου επανόδου στην φυσική πηγή χρηματοδότησης, ήτοι τις «Αγορές».
Η Ελληνική κυβέρνηση, δια πράξεων ορισμένων μελών της και παραλείψεων όλων των υπολοίπων, δεν εκμεταλλεύτηκε τον πολιτικό χρόνο που της προσφέρθηκε μεταξύ της δεύτερης και τέταρτης δανειακής δόσης όχι για να υλοποιήσει κάποιο σχέδιο επανόδου στις «Αγορές», αλλά ούτε καν για να καταρτίσει αυτό.
Στο σημείο που βρισκόμαστε, πρέπει κατ’ αρχήν να προσδιορίσουμε το κόστος δανεισμού του Μνημονίου με αναγωγή του τριετούς ορίζοντα δανεισμού του σε έκδοση νέου δεκαετούς ομολόγου. Με αυτόν τον τρόπο θα προσδιορίσουμε το «spread» υπό το οποίο έκδοση ομολόγου είναι ίσου κόστους με απορρόφηση δανειακής δόσης, χωρίς μάλιστα να αποτιμήσουμε τους λοιπούς δυσμενείς νομικούς όρους του μνημονίου και το Δίκαιο που το διέπει (…).
Τον προηγούμενο μήνα οι ΗΠΑ εξέδωσαν πενταετή ομόλογα προστατευμένα από ενδεχόμενη αύξηση πληθωρισμού με αρνητικό επιτόκιο -0,55%. Επενδυτές κάλυψαν την εν λόγω έκδοση αξίας 10 δις δολαρίων αποδεικνύοντας ότι όχι μόνο δεν επιθυμούν απόδοση επί των κεφαλαίων τους αλλά διατίθενται και να πληρώσουν με σκοπό να προστατευθούν από τον πληθωρισμό της επόμενης πενταετίας ύστερα από την απόφαση του FED να διανείμει νέο χρήμα χρησιμοποιώντας τον πληθωρισμό ως μέσο εξόδου των ΗΠΑ από την κρίση.
Η εξέλιξη αυτή αφορά άμεσα την Ελληνική κυβέρνηση καθώς δημιουργεί τις συνθήκες αύξησης του επιτοκίου δανεισμού της στο πλαίσιο του Μνημονίου και εξανεμίζει την εξοικονόμηση των μέτρων λιτότητας που λαμβάνει, τοποθετώντας τόσο το Ελληνικό κράτος όσο και τους Έλληνες πολίτες στο ίδιο σημείο ωσάν και τα μέτρα λιτότητας τις διετίας 2010 – 2011 δεν ελήφθησαν ποτέ.
Συγκεκριμένα, το δάνειο των 110 δις ευρώ έχει εκδοθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο έχοντας ως βάση το τρίμηνο euribor και υπεράνω αυτού 3% πλέον 0.5% εφάπαξ εισφοράς. Κατά την υπογραφή του Μνημονίου τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ κυριαρχούσαν αποπληθωριστικές τάσεις, οι δε Κεντρικές Τράπεζες διατηρούσαν τα διατραπεζικά επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά. Σημειωτέο ότι παρά το μηδενικό σχεδόν επιτόκιο της FED και παρόλα τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας των ΗΠΑ, ο πληθωρισμός τους μειώθηκε από το 2% τον Μάιο του 2010 σε σχεδόν 1% σήμερα ενώ αντίθετα στην Ευρώπη αυξήθηκε από 1,60% τον Μάιο του 2010 σε 1,80% σήμερα απογειώνοντας το euribor από 0,682% στο 1,037%, απογειώνοντας όμως ταυτόχρονα και το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας.
Το επαναπληθωριστικό πείραμα των ΗΠΑ αυξάνει την ρευστότητα της παγκόσμιας αγοράς και μέσω του πολλαπλασιαστικού φαινομένου που προσφέρει το αναπόφευκτο χρηματιστηριακό και τραπεζικό σύστημα (όπως άλλωστε αποδείχθηκε την περίοδο 2003 – 2007) αναμένεται να οδηγήσει εντός του πρώτου τετραμήνου του 2011 το euribor τουλάχιστον στο 2%, αφαιρώντας σταδιακά από τον ΟΔΔΗΧ την περεταίρω δυνατότητα ασφάλισης του κινδύνου αύξησης επιτοκίου. Μόνο η αύξηση του euribor των ΗΠΑ θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους δανεισμού του Μνημονίου από 4,2% που ήταν κατά την υπογραφή του σε 5,5%, μέσω αναπόφευκτης αύξησης του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Άλλωστε, παρόμοια πληθωριστική πολιτική των ΗΠΑ κατά την περίοδο 2003 – 2007 που εκτόξευσε το euribor από το 2% στα επίπεδα άνω του 5% το 2008. Εφόσον η Ελληνική κυβέρνηση όμως θεωρεί ότι η δεν την αγγίζουν τα καταστροφικά αποτελέσματα της πρόσφατης συνόδου των G20 στο σκέλος της νομισματικής πολιτικής θα συνεχίζει να «οδεύει από το ουδέν στο μηδέν ατενίζοντας εν τω μεταξύ τον ήλιο…»
Ο ήλιος όμως του Πελεγρίνη θα δύσει αργότερα και συγκεκριμένα σε δυόμιση έτη από σήμερα. Μετά την λήξη του Μνημονίου τα αντληθέντα τότε δανειακά κεφάλαια που δεν θα έχουν αποπληρωθεί (δηλαδή το σύνολο) θα χρεώνονται στην Ελλάδα με 4% πλέον του τότε τρέχοντος euribor πλέον 0,5% εφάπαξ εισφοράς. Υπό το συντηρητικό σενάριο κατά το οποίο το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα είναι τότε στα επίπεδα μόλις του 2%, και υπό την προϋπόθεση ότι η Ελληνική οικονομία θα παράγει πρωτογενή πλεονάσματα κατόπιν των απάνθρωπων μέτρων λιτότητας, οι Ευρωπαίοι εταίροι θα παρατείνουν την αποπληρωμή με ετήσιο επιτόκιο τουλάχιστον 6,5%, ήτοι εισπράττοντας τοις μετρητοίς το σύνολο της αξίας των μέτρων λιτότητας μέσω της διαφοράς επιτοκίου!
Επανερχόμενοι όμως στο βασικό ερώτημα, δηλαδή στον προσδιορισμό του κόστους δανεισμού του Μνημονίου με αναγωγή του τριετούς ορίζοντα δανεισμού του σε έκδοση νέου δεκαετούς ομολόγου προσπαθώντας προσδιορίσουμε το «spread» υπό το οποίο έκδοση ομολόγου είναι ίσου κόστους με απορρόφηση δανειακής δόσης, χωρίς μάλιστα να αποτιμήσουμε τους λοιπούς δυσμενείς νομικούς όρους του μνημονίου, πρέπει να προσθέσουμε στο κόστος του τριετούς δανεισμού του μνημονίου τουλάχιστον 1,2% ώστε να το αναγάγουμε σε δεκαετές.
Σύμφωνα λοιπόν με τα ήδη καταγεγραμμένα στοιχεία, η Ελλάδα αρχικά δανείσθηκε για τρία χρόνια με επιτόκιο 4,2% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 5,4%. Στη συνέχεια, και λόγω αύξησης του euribor η Ελλάδα χρεώθηκε 1,05%+3%+0,5%=4,55% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 5,75%. Βάσει προβλέψεων περί περεταίρω ανόδου του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η Ελλάδα θα δανείζεται σχεδόν βέβαια με τουλάχιστον 2%+3%+0,5%=5,5% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 6,7%, και μετά το 2013 για το δανειακό κεφάλαιο των 110 δις. Ευρώ η Ελλάδα θα χρεώνεται τουλάχιστον 2%+4+0,5%=6,5% το οποίο σε αναγωγή δεκαετίας σημαίνει τουλάχιστον 7,2%.
Η Ελληνική κυβέρνηση, δια πράξεων ορισμένων μελών της και παραλείψεων όλων των υπολοίπων, λειτουργεί ακόμα υπό το σκεπτικό της απορρόφησης του συνόλου των δανειακών κεφαλαίων του Μνημονίου, και όχι μόνο της εξάντλησης αλλά και της παράτασης του ορίζοντα ισχύος του.
Επιτυχία σήμερα θα είναι να επιστρέψει η Ελλάδα άμεσα στις αγορές με δεκαετή δανεισμό στην περιοχή των 485 - 500 μονάδων βάσης, επί τη βάσει ενός Ενιαίου Σχεδίου Οικονομικής Πολιτικής. Αν η Ελληνική κυβέρνηση δεν αναπροσανατολιστεί σήμερα ως προς τον στόχο της και παραμείνει παρελκόμενη της Βαυαρικής πολιτικής θα τοποθετήσει μόνη της την βάση της επιτυχίας στην περιοχή των 600 μονάδων – εκεί δηλαδή που κάθε κυβέρνηση λειτουργεί μόνο ως ανεμοδείκτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου