Της Φωτεινής Πιπιλή*
Στην αναβάθμιση της πολιτικής ζωής του τόπου και στην αποκατάσταση του βαθέος ρήγματος στις σχέσεις πολιτών - βουλευτών θα οδηγούσε η μείωση της βουλευτικής αποζημίωσης.
Η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε –το 2009– την κατά 5% περικοπή, όπως και τη μη διεκδίκηση από τους 300 της Βουλής της αύξησης των βουλευτικών αποζημιώσεων, σύμφωνα με τις αυξήσεις των μισθών των δικαστικών. Αυτές οι αποφάσεις ελήφθησαν πριν ακόμα μπούμε στη δίνη της οικονομικής κρίσης και δεν έτυχαν της προσοχής που θα έπρεπε με δεδομένη την αυξανόμενη δυσπιστία και απαξίωση του βουλευτικού αξιώματος.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου –και ο ίδιος προσωπικά– ήδη αντιμετωπίζει κριτική, και εκ των έσω, για παλινωδίες και λαϊκιστική ατολμία ως προς τα μέτρα που είναι αναγκαία για το δραστικό περιορισμό του δημοσίου ελλείμματος, ενώ ταυτοχρόνως εξηφανίσθη από την πρωθυπουργική agenda η εντολή για μείωση των βουλευτικών αποζημιώσεων.
Αντιθέτως, δημοσίευμα σε κυριακάτικη εφημερίδα, ανέφερε, χωρίς διάψευση, ότι η απόφαση του πρωθυπουργού πάγωσε, ύστερα από εισήγηση του προέδρου της Βουλής κ. Φ. Πετσάλνικου, ο οποίος αποδέχθηκε τα παράπονα «αναξιοπαθούντων» βουλευτών, με επιχείρημα πως, τυχόν μείωση, θα τους οδηγούσε σε αδυναμία να πληρώσουν στεγαστικά δάνεια ή χρέη που δημιούργησαν την προεκλογική περίοδο. Η συζήτηση έπαυσε, ενώ ανακοινώθηκαν –δικαίως– περικοπές σε μισθούς και επιδόματα υψηλόμισθων του Δημοσίου.
Κρίμα! Η απόφαση για περικοπή μέρους της βουλευτικής αποζημιώσεως θα έδινε σε όλους μας τους δακτυλοδεικτούμενους ως χρυσοπληρωμένους «Βολευτές», την ευκαιρία για αλήθειες πάνω στη σχέση βουλευτή - πολίτη –ναι, ναι αυτού του ίδιου του πολίτη– ψηφοφόρου, που με την πρώτη ευκαιρία αναφέρεται απαξιωτικά για τα μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας. Η περικοπή θα οδηγούσε σε μια πιο καθαρή σχέση με τους ψηφοφόρους, διότι θα έλυνε –εκ των πραγμάτων– τα χέρια ειδικότερα των βουλευτών της περιφέρειας αναφορικά με τον πολυέξοδο και αγχωτικό τρόπο που οφείλουν να λειτουργούν, επειδή έτσι θέλει το σύστημα.
Η αποδοχή από όλους μας περικοπών, θα οδηγούσε όχι μόνον στην αναβάθμιση του εξυγιαντικού ρόλου των δημοσίων προσώπων, αλλά, τον κυριότερο, στην κατάργηση των ψυχοφθόρων σχέσεων με το ψηφοφόρο. Θα έδινε την ευκαιρία να αντιληφθούν οι ίδιοι οι πολίτες που «οικτίρουν» συλλήβδην τους βουλευτές πως οι δικές τους απαιτήσεις από τον «βουλευτή» τους έχουν δημιουργήσει ένα βαρύ, οικονομικά, κλίμα π.χ. με την ανάγκη λειτουργίας, λόγω ανταγωνισμού μεταξύ των βουλευτών του ιδίου κόμματος, αλλά και την εκ παραδόσεων αντιζηλία μεταξύ πόλεων, 2 ή 3 γραφείων στην ίδια εκλογική περιφέρεια.
Ως βουλευτής –εξ επιλογής– δεν αντιμετωπίζω ανάλογες καταστάσεις, όμως κατανοώ το «δράμα» συναδέλφων από την επαρχία, οι οποίοι στην ουσία δεν κρίνονται από την ενεργή παρουσία τους στη Βουλή ή από την προσπάθεια για έργο στον νομό, αλλά από την απόδοσή τους στον ρόλο που απαιτεί η τοπική κοινωνία.
Παρουσία: σε κηδείες μετά στεφάνου – γάμους με δώρο αντάξιο της θέσεως, λιτανείες, εκκλησιασμούς με όχι και τόσο διακριτικό οβολό στο παγκάρι, ώστε να θεωρηθεί τσιγκούνης, χοροεσπερίδες μετά λαχνών, πανηγύρια, βαφτίσεις, προσωπικές –κατά χιλιάδες– ευχετήριες κάρτες, τηλεγραφήματα, τηλεφωνήματα. Χριστούγεννα, Πάσχα, ονομαστικές εορτές.
Η νοοτροπία Μαυρογυαλούρου διαθέτει ως Ιανός δύο όψεις: η μία απαιτεί κέρασμα όπου χωριό και καφενείο, η άλλη την κατάθεση των τριάντα βουλευτικών αργυρίων στην πυρά του λαϊκισμού. Ας σπάσουμε λοιπόν, το εκμαγείο του μικροπολιτικού συστήματος δεχόμενοι και τις περικοπές και τις αλήθειες!
Η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε –το 2009– την κατά 5% περικοπή, όπως και τη μη διεκδίκηση από τους 300 της Βουλής της αύξησης των βουλευτικών αποζημιώσεων, σύμφωνα με τις αυξήσεις των μισθών των δικαστικών. Αυτές οι αποφάσεις ελήφθησαν πριν ακόμα μπούμε στη δίνη της οικονομικής κρίσης και δεν έτυχαν της προσοχής που θα έπρεπε με δεδομένη την αυξανόμενη δυσπιστία και απαξίωση του βουλευτικού αξιώματος.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου –και ο ίδιος προσωπικά– ήδη αντιμετωπίζει κριτική, και εκ των έσω, για παλινωδίες και λαϊκιστική ατολμία ως προς τα μέτρα που είναι αναγκαία για το δραστικό περιορισμό του δημοσίου ελλείμματος, ενώ ταυτοχρόνως εξηφανίσθη από την πρωθυπουργική agenda η εντολή για μείωση των βουλευτικών αποζημιώσεων.
Αντιθέτως, δημοσίευμα σε κυριακάτικη εφημερίδα, ανέφερε, χωρίς διάψευση, ότι η απόφαση του πρωθυπουργού πάγωσε, ύστερα από εισήγηση του προέδρου της Βουλής κ. Φ. Πετσάλνικου, ο οποίος αποδέχθηκε τα παράπονα «αναξιοπαθούντων» βουλευτών, με επιχείρημα πως, τυχόν μείωση, θα τους οδηγούσε σε αδυναμία να πληρώσουν στεγαστικά δάνεια ή χρέη που δημιούργησαν την προεκλογική περίοδο. Η συζήτηση έπαυσε, ενώ ανακοινώθηκαν –δικαίως– περικοπές σε μισθούς και επιδόματα υψηλόμισθων του Δημοσίου.
Κρίμα! Η απόφαση για περικοπή μέρους της βουλευτικής αποζημιώσεως θα έδινε σε όλους μας τους δακτυλοδεικτούμενους ως χρυσοπληρωμένους «Βολευτές», την ευκαιρία για αλήθειες πάνω στη σχέση βουλευτή - πολίτη –ναι, ναι αυτού του ίδιου του πολίτη– ψηφοφόρου, που με την πρώτη ευκαιρία αναφέρεται απαξιωτικά για τα μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας. Η περικοπή θα οδηγούσε σε μια πιο καθαρή σχέση με τους ψηφοφόρους, διότι θα έλυνε –εκ των πραγμάτων– τα χέρια ειδικότερα των βουλευτών της περιφέρειας αναφορικά με τον πολυέξοδο και αγχωτικό τρόπο που οφείλουν να λειτουργούν, επειδή έτσι θέλει το σύστημα.
Η αποδοχή από όλους μας περικοπών, θα οδηγούσε όχι μόνον στην αναβάθμιση του εξυγιαντικού ρόλου των δημοσίων προσώπων, αλλά, τον κυριότερο, στην κατάργηση των ψυχοφθόρων σχέσεων με το ψηφοφόρο. Θα έδινε την ευκαιρία να αντιληφθούν οι ίδιοι οι πολίτες που «οικτίρουν» συλλήβδην τους βουλευτές πως οι δικές τους απαιτήσεις από τον «βουλευτή» τους έχουν δημιουργήσει ένα βαρύ, οικονομικά, κλίμα π.χ. με την ανάγκη λειτουργίας, λόγω ανταγωνισμού μεταξύ των βουλευτών του ιδίου κόμματος, αλλά και την εκ παραδόσεων αντιζηλία μεταξύ πόλεων, 2 ή 3 γραφείων στην ίδια εκλογική περιφέρεια.
Ως βουλευτής –εξ επιλογής– δεν αντιμετωπίζω ανάλογες καταστάσεις, όμως κατανοώ το «δράμα» συναδέλφων από την επαρχία, οι οποίοι στην ουσία δεν κρίνονται από την ενεργή παρουσία τους στη Βουλή ή από την προσπάθεια για έργο στον νομό, αλλά από την απόδοσή τους στον ρόλο που απαιτεί η τοπική κοινωνία.
Παρουσία: σε κηδείες μετά στεφάνου – γάμους με δώρο αντάξιο της θέσεως, λιτανείες, εκκλησιασμούς με όχι και τόσο διακριτικό οβολό στο παγκάρι, ώστε να θεωρηθεί τσιγκούνης, χοροεσπερίδες μετά λαχνών, πανηγύρια, βαφτίσεις, προσωπικές –κατά χιλιάδες– ευχετήριες κάρτες, τηλεγραφήματα, τηλεφωνήματα. Χριστούγεννα, Πάσχα, ονομαστικές εορτές.
Η νοοτροπία Μαυρογυαλούρου διαθέτει ως Ιανός δύο όψεις: η μία απαιτεί κέρασμα όπου χωριό και καφενείο, η άλλη την κατάθεση των τριάντα βουλευτικών αργυρίων στην πυρά του λαϊκισμού. Ας σπάσουμε λοιπόν, το εκμαγείο του μικροπολιτικού συστήματος δεχόμενοι και τις περικοπές και τις αλήθειες!
* Η κ. Φωτεινή Πιπιλή είναι βουλευτής Α΄ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου