Αν τα αποκλίνοντα συμφέροντα καθιστούν απίθανες τις στενές σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον για τα προσεχή χρόνια, υπάρχει βάση για μεγαλύτερη αισιοδοξία, σε μακροπρόθεσμο επίπεδο. Όσο η συνεργασία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες παρουσίαζε συρρίκνωση, τόσο η Ρωσία σταδιακά κινούνταν προς την Ευρώπη, διεισδύοντας οικονομικά και πολιτιστικά. Επειδή αυτές οι αλλαγές δεν συμβαίνουν ούτε γρήγορα ούτε εντυπωσιακά, πέρασαν -σε γενικές γραμμές- απαρατήρητες. Καθώς η Ρωσία αναπτύσσεται βαθμιαία, θα γίνεται ολοένα και περισσότερο χώρα ευρωπαϊκή, χωρίς απώλεια της ξεχωριστής ταυτότητάς της. Το 2008 οι Ρώσοι πραγματοποίησαν 39 φορές περισσότερα ταξίδια στη Δυτική Ευρώπη και 19 φορές περισσότερα στην Κίνα, σε σύγκριση με τα ταξίδια προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Από τους 41.000 Ρώσους φοιτητές που σπούδαζαν στο εξωτερικό το 2008, οι 20.000 φοιτούσαν σε ιδρύματα στην Ευρώπη και μόνο 5.000 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 2009, πάλι, οι Ρώσοι έδειξαν προθυμία να αγοράσουν ακίνητα στη Βουλγαρία, στο Μαυροβούνιο, στη Γερμανία, στην Ισπανία και στην Τσεχική Δημοκρατία και όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αν και οι Ρώσοι δεν θεωρούν ακόμη τους εαυτούς τους Ευρωπαίους, οι συνήθειές τους αλλάζουν. Όταν τον Απρίλιο του 2010 πραγματοποιήθηκε δημοσκόπηση με το ερώτημα ποιες ήταν οι προτιμώμενες από τη Ρωσία χώρες για συνεργασία στην εξωτερική πολιτική, το 50% των Ρώσων που ερωτήθηκαν επέλεξαν τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αντί τη Λευκορωσία, την Ουκρανία και τις χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (ένα 30% προτίμησε τις Ηνωμένες Πολιτείες). Μια πλειοψηφία της τάξεως του 53% δήλωσε το 2009 ότι, αν δινόταν η ευκαιρία, θα υποστήριζε την ένταξη της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτές οι τάσεις αναμένεται να συνεχιστούν. Ακόμη και αν, όπως προβλέπει η Παγκόσμια Τράπεζα, ο ρυθμός ανάπτυξης στη Ρωσία παρουσιάσει επιβράδυνση σε επίπεδο λίγο ανώτερο του 4%, μέσα σε δέκα χρόνια η Ρωσία θα έχει εισέλθει στην εισοδηματική κλίματα των φτωχότερων δυτικο-ευρωπαϊκών χωρών. Καθώς η χώρα εξελίσσεται, η μεσαία τάξη της θα συνεχίσει να διευρύνεται και να ενσωματώνεται στην Ευρώπη. Κάποια στιγμή -αδύνατον να προβλέψει κανείς το πότε- θα συμβεί μια ανατροπή, μια φιλελευθεροποίηση των θεσμών και μια σοβαρή προσπάθεια να ελεγχθεί η διαφθορά. Ενώ το εμπόριο της Ρωσίας με την Κίνα θα ακολουθεί ανοδική τροχιά, η πολιτιστική της ταυτότητα θα εδραιώνεται όλο και πιο σταθερά στη Δύση. Στο τέλος, αν και όχι σύντομα, η ιδέα της ένταξης της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνει πολύ σοβαρή.
Στο μεταξύ, οι σχέσεις με την Ευρώπη -ειδικά με την Ανατολική Ευρώπη- θα εμπεριέχουν συγκρούσεις αλλά και συνεργασία. Η ενσωμάτωση της Ρωσίας στην Ευρώπη θα κάνει και τις δύο πλευρές ευάλωτες, ενώ είναι πιθανό να προκαλέσει το έναυσμα για μια πάλη σχετικά με το ποιος θα βγει πιο κερδισμένος από το εμπόριο. Η ενεργειακή αγορά είναι το πλέον προφανές παράδειγμα. Αυτή η σύγκρουση οικονομικών συμφερόντων είναι πιθανό να πυροδοτήσει μια πολιτική κρίση που θα εμποδίσει τον εξευρωπαϊσμό της Ρωσίας. Το πιο πιθανό είναι, πάντως, ότι τέτοιου είδους συγκρούσεις θα ξεπεραστούν με επιτυχία.
Ακόμη και αν η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αναπτύξουν στενή συνεργασία μέσα στην επόμενη δεκαετία, οι σχέσεις τους θα μπορούσαν παρ’ όλα αυτά να αποβούν εποικοδομητικές. Μια στενή σχέση δεν μπορεί να είναι κακή σχέση και η ρητορική της Ρωσίας κατά τον προηγούμενο χρόνο έδειξε ότι τόσο ο Πούτιν όσο και ο Μεντβέντεφ θα επιθυμούσαν τη βελτίωση. Παραδόξως, η βασική προϋπόθεση είναι να αναγνωρίσουν οι δύο πλευρές τα όρια των κοινών συμφερόντων τους. Εάν οι κύκλοι της Ουάσιγκτον περιμένουν πάρα πολλά, οι ανεκπλήρωτες ελπίδες θα οδηγήσουν ξανά στην καχυποψία, στην εκ νέου ενασχόληση με την ψυχανάλυση και σε υπερβολές που δεν είναι παραγωγικές.
Πέρα από το ευκαιριακό ξέσπασμα υπεροπτικής ρητορικής, κατά τα τελευταία δύο χρόνια η κυβέρνηση Ομπάμα χειρίστηκε τη Ρωσία με πραγματισμό. Αυτή η στάση απέδωσε μια περιορισμένη αλλά αξιόλογη πρόοδο : τη νέα συνθήκη START, τη συμφωνία που επιτρέπει στα φορτία του ΝΑΤΟ για το Αφγανιστάν να διασχίζουν ρωσικά εδάφη και τη ρωσική ψήφο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για κυρώσεις σε βάρος του Ιράν.
Ένας τέτοιος πραγματισμός ερμηνεύεται ως αποδοχή του γεγονότος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να κάνουν ελάχιστα για τον περαιτέρω εκδημοκρατισμό της Ρωσίας. Η συνεχιζόμενη ανάπτυξη και η ενοποίηση με την Ευρώπη, αν και δεν παρέχουν εγγυήσεις, αποτελούν την καλύτερη ελπίδα για πολιτική μεταρρύθμιση. Όσο περισσότερο η ρωσική ελίτ στρέφεται προς την Ευρώπη, μέσω του τουρισμού, της εκπαίδευσης, των επιχειρηματικών σχέσεων και των κοινωνικών επαφών, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να διατηρηθούν εγκάρδιες σχέσεις. Από την πλευρά της Ε.Ε, η χαλάρωση των όρων χορήγησης βίζας για τους Ρώσους που ταξιδεύουν στην Ευρώπη, θα επιτάχυνε τη διαδικασία. Πραγματισμός, επίσης, σημαίνει ότι η Ουάσιγκτον θα χρειαστεί να αφήσει την Ευρώπη να πάρει το προβάδισμα στην οριοθέτηση των σχέσεών της με τη Ρωσία.
Μια τέτοια υποχώρηση δεν θα πρέπει να είναι ανεπιθύμητη για μια υπερ-εκτεταμένη υπερδύναμη, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αντί να επιδιώκουν να θεραπεύσουν τη Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρειαστεί να διαπραγματευθούν μαζί της, έτσι όπως διαπραγματεύονται με την Κίνα, την Ινδία και πολλά άλλα κράτη. Η καλή είδηση είναι ότι για ζητήματα ειλικρινά αμοιβαίου ενδιαφέροντος, η Ρωσία είναι έτοιμη να διαπραγματευθεί.
http://www.foreignaffairs.gr/articles/68413/andrei-shleifer-kai-daniel-treisman/giati-i-mosxa-leei-oxi?page=9
Αν και οι Ρώσοι δεν θεωρούν ακόμη τους εαυτούς τους Ευρωπαίους, οι συνήθειές τους αλλάζουν. Όταν τον Απρίλιο του 2010 πραγματοποιήθηκε δημοσκόπηση με το ερώτημα ποιες ήταν οι προτιμώμενες από τη Ρωσία χώρες για συνεργασία στην εξωτερική πολιτική, το 50% των Ρώσων που ερωτήθηκαν επέλεξαν τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αντί τη Λευκορωσία, την Ουκρανία και τις χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (ένα 30% προτίμησε τις Ηνωμένες Πολιτείες). Μια πλειοψηφία της τάξεως του 53% δήλωσε το 2009 ότι, αν δινόταν η ευκαιρία, θα υποστήριζε την ένταξη της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτές οι τάσεις αναμένεται να συνεχιστούν. Ακόμη και αν, όπως προβλέπει η Παγκόσμια Τράπεζα, ο ρυθμός ανάπτυξης στη Ρωσία παρουσιάσει επιβράδυνση σε επίπεδο λίγο ανώτερο του 4%, μέσα σε δέκα χρόνια η Ρωσία θα έχει εισέλθει στην εισοδηματική κλίματα των φτωχότερων δυτικο-ευρωπαϊκών χωρών. Καθώς η χώρα εξελίσσεται, η μεσαία τάξη της θα συνεχίσει να διευρύνεται και να ενσωματώνεται στην Ευρώπη. Κάποια στιγμή -αδύνατον να προβλέψει κανείς το πότε- θα συμβεί μια ανατροπή, μια φιλελευθεροποίηση των θεσμών και μια σοβαρή προσπάθεια να ελεγχθεί η διαφθορά. Ενώ το εμπόριο της Ρωσίας με την Κίνα θα ακολουθεί ανοδική τροχιά, η πολιτιστική της ταυτότητα θα εδραιώνεται όλο και πιο σταθερά στη Δύση. Στο τέλος, αν και όχι σύντομα, η ιδέα της ένταξης της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνει πολύ σοβαρή.
Στο μεταξύ, οι σχέσεις με την Ευρώπη -ειδικά με την Ανατολική Ευρώπη- θα εμπεριέχουν συγκρούσεις αλλά και συνεργασία. Η ενσωμάτωση της Ρωσίας στην Ευρώπη θα κάνει και τις δύο πλευρές ευάλωτες, ενώ είναι πιθανό να προκαλέσει το έναυσμα για μια πάλη σχετικά με το ποιος θα βγει πιο κερδισμένος από το εμπόριο. Η ενεργειακή αγορά είναι το πλέον προφανές παράδειγμα. Αυτή η σύγκρουση οικονομικών συμφερόντων είναι πιθανό να πυροδοτήσει μια πολιτική κρίση που θα εμποδίσει τον εξευρωπαϊσμό της Ρωσίας. Το πιο πιθανό είναι, πάντως, ότι τέτοιου είδους συγκρούσεις θα ξεπεραστούν με επιτυχία.
Ακόμη και αν η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αναπτύξουν στενή συνεργασία μέσα στην επόμενη δεκαετία, οι σχέσεις τους θα μπορούσαν παρ’ όλα αυτά να αποβούν εποικοδομητικές. Μια στενή σχέση δεν μπορεί να είναι κακή σχέση και η ρητορική της Ρωσίας κατά τον προηγούμενο χρόνο έδειξε ότι τόσο ο Πούτιν όσο και ο Μεντβέντεφ θα επιθυμούσαν τη βελτίωση. Παραδόξως, η βασική προϋπόθεση είναι να αναγνωρίσουν οι δύο πλευρές τα όρια των κοινών συμφερόντων τους. Εάν οι κύκλοι της Ουάσιγκτον περιμένουν πάρα πολλά, οι ανεκπλήρωτες ελπίδες θα οδηγήσουν ξανά στην καχυποψία, στην εκ νέου ενασχόληση με την ψυχανάλυση και σε υπερβολές που δεν είναι παραγωγικές.
Πέρα από το ευκαιριακό ξέσπασμα υπεροπτικής ρητορικής, κατά τα τελευταία δύο χρόνια η κυβέρνηση Ομπάμα χειρίστηκε τη Ρωσία με πραγματισμό. Αυτή η στάση απέδωσε μια περιορισμένη αλλά αξιόλογη πρόοδο : τη νέα συνθήκη START, τη συμφωνία που επιτρέπει στα φορτία του ΝΑΤΟ για το Αφγανιστάν να διασχίζουν ρωσικά εδάφη και τη ρωσική ψήφο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για κυρώσεις σε βάρος του Ιράν.
Ένας τέτοιος πραγματισμός ερμηνεύεται ως αποδοχή του γεγονότος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να κάνουν ελάχιστα για τον περαιτέρω εκδημοκρατισμό της Ρωσίας. Η συνεχιζόμενη ανάπτυξη και η ενοποίηση με την Ευρώπη, αν και δεν παρέχουν εγγυήσεις, αποτελούν την καλύτερη ελπίδα για πολιτική μεταρρύθμιση. Όσο περισσότερο η ρωσική ελίτ στρέφεται προς την Ευρώπη, μέσω του τουρισμού, της εκπαίδευσης, των επιχειρηματικών σχέσεων και των κοινωνικών επαφών, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να διατηρηθούν εγκάρδιες σχέσεις. Από την πλευρά της Ε.Ε, η χαλάρωση των όρων χορήγησης βίζας για τους Ρώσους που ταξιδεύουν στην Ευρώπη, θα επιτάχυνε τη διαδικασία. Πραγματισμός, επίσης, σημαίνει ότι η Ουάσιγκτον θα χρειαστεί να αφήσει την Ευρώπη να πάρει το προβάδισμα στην οριοθέτηση των σχέσεών της με τη Ρωσία.
Μια τέτοια υποχώρηση δεν θα πρέπει να είναι ανεπιθύμητη για μια υπερ-εκτεταμένη υπερδύναμη, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αντί να επιδιώκουν να θεραπεύσουν τη Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρειαστεί να διαπραγματευθούν μαζί της, έτσι όπως διαπραγματεύονται με την Κίνα, την Ινδία και πολλά άλλα κράτη. Η καλή είδηση είναι ότι για ζητήματα ειλικρινά αμοιβαίου ενδιαφέροντος, η Ρωσία είναι έτοιμη να διαπραγματευθεί.
http://www.foreignaffairs.gr/articles/68413/andrei-shleifer-kai-daniel-treisman/giati-i-mosxa-leei-oxi?page=9
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου